δεκοχτούρα

Græsk

Græsk Wikipedia har en artikel om:

Etymologi

Fra δεκ(α)οχτώ.

Substantiv

δεκοχτούρα hunkøn

  1. tyrkerdue

Bøjning

Kasus Ental Flertal
Nominativ η δεκοχτούρα οι δεκοχτούρες
Genitiv της δεκοχτούρας
Akkusativ τη(ν) δεκοχτούρα τισ δεκοχτούρες
Vokativ δεκοχτούρα δεκοχτούρες


Kilder