ραπτομηχανή
Græsk
Etymologi
Substantiv
ραπτομηχανή hunkøn
Bøjning
Kasus | Ental | Flertal |
---|---|---|
Nominativ | η ραπτομηχανή | οι ραπτομηχανές |
Genitiv | της ραπτομηχανής | των ραπτομηχανών |
Akkusativ | τη(ν) ραπτομηχανή | τισ ραπτομηχανές |
Vokativ | ραπτομηχανή | ραπτομηχανές |
Kilder
- „ραπτομηχανή“ i Dictionary of Standard Modern Greek