Græsk

Græsk Wikipedia har en artikel om:

Substantiv

φάλαινα hunkøn

  1. hval

Bøjning

Kasus Ental Flertal
Nominativ η φάλαινα οι φάλαινες
Genitiv της φάλαινας των φαλαινών
Akkusativ τη(ν) φάλαινα τις φάλαινες
Vokativ φάλαινα φάλαινες